Λινοτύπες, στοιχειοθέτες-μαρμαράδες και μηχανικοί, εργάτες του ημερησίου και περιοδικού τύπου της Αθήνας, συνασπίζονται σε μία κοινή ένωση το 1933 με σκοπό τη διατήρηση της μονοπωλιακής τους θέσης και ισχυροποίησης της δύναμής τους. Σύντομα ακολουθούν και οι πιεστές και η ένωση εξελίσσεται σε ένα από τα πιο ισχυρά σωματεία του Τύπου. Σταδιακά, τα μέλη της Ένωσης Εργατών Τύπου Αθηνών (ΕΕΤΑ) αποκτούν σημαντικά «προνόμια», όπως πεντάωρη εργασία (1943), «νόμιμη» καταβολή του ημερομισθίου της Κυριακής και των αργιών (1936), υψηλές αποδοχές, μηνιαία τιμαριθμική αναπροσαρμογή (1950), φοροαπαλλαγή κατά 35% επί των εισοδημάτων (1955).
Η προτεραιότητα που έδωσε ο ιστορικός Eric Hobsbawm στο οικονομικό κριτήριο, στο πλαίσιο ανάπτυξης της θεωρίας της αριστοκρατίας της εργασίας, επαληθεύεται και στην περίπτωση των εργατών τύπου. Η πεποίθηση ότι η ΕΕΤΑ ήταν «ένα από τα καλύτερα εργατικά σωματεία στον κόσμο», συνδέεται ακριβώς με την αριστοκρατική της θέση. Τα προνόμιά της επέτρεψαν την ανάπτυξη ενός αισθήματος ανεξαρτησίας, απομονωτισμού και αλαζονείας απέναντι σε άλλες εργατικές ενώσεις, τόσο της Αθήνας όσο και της επαρχίας. Έβλεπαν τους εαυτούς τους ως «φυσικούς ηγέτες» όλων των εργαζομένων της χώρας, αλλά έστεκαν πολύ μακριά από αυτούς.